ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΒΙΒΛΙΟ
-------------
Χάρτης δεν δίνεται διότι το είδος ειναι πολύ διαδεδομένο και δεν υπάρχουν καλύτερα στοιχεία απο τον χάρτη των Handrinos and Akriotis (1997).
Είναι οριακά τρωτό είδος στην Ελλάδα. Δυστηχώς δεν γνωρίζουμε καλά τις πλυθησμιακές τάσεις και δεν μπορούμε να βεβαιώσουμε οτι έχουν μείωση τα τελευταία χρόνια. Ο Φιδαετός πιάνει το κριτήριο C διότι έχει ώριμα άτομα λιγότερα από 2500. Δεν γνωρίζουμε αν έχει μείωση 20% σε 5 χρόνια, ή 10% σε 10 χρόνια ή λιγότερα από 250 ώριμα στον μεγαλύτερο υποπληθυσμό (ο οποίος δεν ξέρουμε ποιος είναι και αν υπάρχει – βέβαια πληθυσμοί σε ορισμένα νησιά υπάρχουν). Πιάνει επίσης το κριτήριο D <1000 ώριμα, αλλά δεν έχει τόσο περιορισμένη συνολική κατανομή. Εφόσον ίσως πληροί (οριακά_ το κριτήριο C) δεν μπορεί να μπει στα V (τρωτό). Σε συνδυασμό μάλιστα με τα περιφερειακά κριτήρια όπου υπάρχουν γύρω από την Ελλάδα πληθυσμοί που μπορούν δυνητικά να αναπληρώνουν τη μείωση, αλλά και ροή μεταναστευτικών μέσα από τη χώρα τότε και να ήταν στην κατηγορία V μάλλον θα έπρεπε να πέσει μια κατηγορία και να πάει στα NT. Όμως το είδος δέχεται πολλές απειλές – σε επίπεδο αλλαγών στα τοπία- και για αυτό το λόγο ουσιαστικά είναι «απειλούμενο» παρότι ευρέως διαδεδομένο και με σημαντικες πυκνότητες πλυθησμών στην Ελλάδα.
------------
Είναι διαδεδομένο μεταναστευτικό είδος στην ηπειρωτική Ελλάδα, όμως το είδος εξαπλώνεται σε λιγότερες περιοχές κατά την εποχή αναπαραγωγής του. Πιθανώς να υπάρχει κάποια «παρεξήγηση» σχετικά με την κατανομή και πυκνότητα των αναπαραγώμενων πληθυσμών, οι πληθυσμιακές πυκνότητες είναι σαφώς μεγαλύτερες σε ορισμένα μέρη της Θράκης και Μακεδονίας. Το είδος διατηρεί ιδιαίτερα υψηλή πυκνότητα στην ευρύτερη περιοχή του Δάσους Δαδιάς Έβρου όπου η μέση πυκνότητα φωλεάζοντων ζευγαριών ήταν 18-21 απο το 1996 έως το 1998 και κυμαινόταν από 17.7 σε 20.6 τετραγωνικά χιλιόμετρα ανα ζεύγος (οι αποστάσεις μεταξύ γειτονικών ζευγών ήσαν μόνο 2.9 έως 3.4 χιλιόμετρα (Bakaloudis et al. 2000, 2005). Σε πολλά τοπία της νότιας και νησιωτικής Ελλάδας το είδος σπανίζει (ή δεν φωλιάζει) ενώ σε ορισμενα ορεινά τοπία της Πελοπονήσου οι πυκνότητες φωλεάζοντων ατόμων είναι σχετικά χαμηλές. Η νησιωτική κατανομή του είδους ως αναπαραγόμενου περιορίζεται μόνο σε 7-8 νησιά ενώ σε πολλά νησιά μεσαίου μεγέθους απουσιάζει (Handrinos and Akriotis 1997). Περιστασιακά ή σπάνια μπορεί και να έχει φωλιάσει στην Κρήτη. Στην Πελοπόννησο το είδος απουσιάζει ως φωλεάζον απο αρκετά παράκτια μέρη (π.χ. ευρύτερη περιοχη Στροφιλίας και άλλες παράκτιες περιοχές) (Καρδακαρη κ.α. 2006). Σε πολλές τοποθεσίες της νότιας Ελλάδας ο πληθυσμός του είναι μικρός, ενώ έχουμε και ενδείξεις οτι τα πουλιά κινούνται σε σχετικα μεγάλες αποστάσεις για τροφοληψία όπως π.χ. στην Νότια Εύβοια (McEvoy, J. 2007). Συχνά τα πουλιά επισκέπτονται υγρότοπους για ανεύρεση τροφής σε αρκετή αποσταση απο τα σημεία όπου φωλιάζουν όπως για παράδειγμα το Διβάρι Πύλου (Bonetti και Παπακωνστατίνου 2000). Έχουμε παρατήρήσει το είδος να κάνει και τακτικές «υψομετρικές μετακινήσεις» τους θερινούς μήνες όπου στις θερμο-μεσογειακές κλιματικές καταστάσεις τα ερπετά είναι σε θερινή νάρκη κατά το μεσοκαλόκαιρο (έτσι βλέπουμε το είδος να ανεβαίνει ψηλά στην αλπική ζώνη στον Όλυμπο αρχές Αυγούστου ή σε σχετικα ψηλά βουνά και κορυφογραμμές στην Εύβοια, όλο το καλοκαίρι- ενώ φωλιάζει συνήθως πολύ χαμηλότερα) (Ζόγκαρης, Σ. προς. παρατηρήσεις). Γενικά, σε πολλά μέρη στο νότιο ήμιση της Ελλάδας, όπου έχει καταγραφεί ως φωλεάζον, οι αριθμοί είναι μικροί (π.χ. οι πυκνότητες φωλεάζοντων πουλιών είναι μάλλον σχετικά μικρές ή μάλλον «αφύσικα» μικρές στην Εύβοια, Αττική, Ανατολική Στερεά, Πελοπόννησο, ίσως και στην Ήπειρο). Στην ευρύτερη περιοχη των υγροτόπων του Αμβρακικού εκτιμήθηκε ότι φωλιάζουν μόλις 1 έως 5 ζεύγη (Ζόγκαρης κ.α. 2003). Μάλιστα, σε άλλα σημεία της Ηπείρου παρατηρούμε επίσης σχετικά λίγα πουλιά (π.χ. σχετικά λίγες παρατηρήσεις στα Τζουμέρκα και στην κοιλάδα Άνω Αχελώου (2004, 2005) όπου ο σφηκιάρης ήταν εμφανέστατα πιο κοινό είδος (Ζόγκαρης, Σ. προσ. παρατηρήσεις).
Ο πληθυσμός στην Ελλάδα υπολογίζεται 350 έως 500 ζεύγη. Δεν γνωρίζουμε άν έχει πράγματι παραμείνει σταθερός τα τελευταία 20 χρόνια αλλά και στην δεκαετία του ’80 είχε υπολογιστεί επίσης στα 300-500 ζεύγη (Hallmann 1989). Λόγω της πτητικής του συμπεριφοράς, το είδος εντοπίζεται εύκολα (σε σχέση με άλλα μικρόσωμα αρπακτικα). Είναι μάλιστα τόσο ευρέως διαδεδομένο ώστε να είναι δύσκολος ο ακριβής υπολογισμός των πληθυσμών του. Το ευκολοπαρατήρητο του είδους μπορεί να δημιουργήσει την αίσθηση οτι είναι σχετικά «κοινό» και ευρέως διαδεδομένο (σχετικά με άλλα αρπακτικά). Γενικότερα υποστηρίζεται οτι το έιδος είχει μειωθεί δραματικα τα τελευταία 100 χρόνια στην Ευρώπη (Gensbol 1984, Rocamora 1994). Δυστυχώς δεν υπάρχουν τεκμηριωμένα στοιχεία για το αν έχει στην ουσία υπάρξει σημαντική μείωση πληθυσμών στην Ελλάδα (δεν υπάρχουν στοιχεία ευρύτερων καταγραφών πριν το ’80). Πιθανότατα, οι χαμηλότερες παρατηρήσεις στην νότια Ελλάδα να σημαίνουν μια μείωση των τοπικών πλυθυσμών. Ο αριθμός που υπολογίζεται οτι αναπαράγεται στην Ελλάδα είναι κατώτερος από τα «όρια ανοχής» σε μια χώρα με τόσο πλούσιο και κατάλληλο ανάγλυφο και ερπετοπανίδα και σε ορισμένους τόπους στην νότια Ελλάδα υπάρχουν σχετικά λίγα ζεύγη που μπορεί να είναι ευάλωτα σε τοπικές ανθρωπογενεις πιέσεις (περιβαλλοντικές αλλαγές). Συνεπώς, είναι πιθανό να έχει μειωθεί ο πληθυσμός του είδους χωρίς να έχουμε αντιληφθεί αισθητή μείωση τα τελευταία 50 χρόνια. Πιθανώς στο προσφατο παρελθόν το είδος είχε τοπικά μειωθεί και απο το έντονο λαθροκυνήγι διότι ως την δεκαετία του ’80 ήταν συνηθισμένη η ταρίχευσή του και συχνά εισάγονταν τραυματισμένα πουλιά στο ΕΚΠΑΖ.
--------------
Ο φιδαετός κάποτε ευδοκιμούσε και προφανώς θα ήταν κοινό είδος στα μεσογειακά τοπία, ειδικά όταν αφθονούσαν μικροί υγρότοποι (νερόφιδα, ερπετά το καλοκαίρι), απομονωμένες συστάδες δέντρων και δασύλια-ρουμάνια (τόποι φωλεοποίησης) και μικρής κλίμακας γεωργία και κτηνοτροφία (έντονη παρουσία πολλών ερπετών σε φρύγανα, ανοιχτά μακί, φυτοφράχτες, αναβαθμίδες). Στις μέρες μας έχουμε μεγάλες αλλαγές τοπίου και ιδιαίτερη «ταλάντωση» στα ενδιαιτήματα αυτού του είδους απο ποικίλες ανθρωπογενείς πιέσεις, που πιθανότατα ήδη επηρρεάζουν ή θα επηρρεάσουν σοβαρά το φιδαετό στις ερχόμενες δεκαετίες.
Ευπάθεια του είδους σε αλλαγές ενδαιτήματων στην κλίμακα τοπίων
Σε πολλά μέρη μειώνεται το κατάλληλο ενδιαίτημα φωλεοποίησης αλλά και διατροφής. Είναι γνωστό οτι το είδος ειναι «εξειδικευμένο» ως προς την τροφοληψία (ερπετά) και πολλά μέρη όπου φώλιαζε έχουν πλέον αλλάξει λόγω εγκατάλλειψης της γεωργίας-κτηνοτροφίας, αστικοποίησης, εκεταμένης αραιής δόμησης, εκεταμένης οδοποιήας, τουριστικής ενόχλησης. Έχουμε την εντύπωση οτι το είδος πιθανότατα να έχει σήμερα πολύ λιγότερούς χώρους τροφοληψείας διαθέσιμους (δηλ. πολύ φτωχώτερα ενδιαιτήματα) από το πρόσφατο παρελθόν.
Πιθανές αιτίες:
Α) Δυσχέρια στην εξεύρεση τροφής λόγω αυξημένης φυτοκάλυψης. Παρατηρείται έντονη τοπική πύκνωση των θαμνώνων λόγω της κτηνοτροφο-γεωργικής εγκατάλειψης των μεσογειακών και υπομεσογειακών τοπίων. Αυτή η πύκνωνση με θαμνώνες προφανώς δυσχεραίνει την πρόσβαση σε πεδία τροφοληψίας – ειδικά σε ημιορεινά μέρη (π.χ. Ήπειρος).
Β) Απώλεια δένδρων- άγριων δασών για φωλεοποίηση. Το είδος απαιτεί δενδροσυστάδες ή χαμηλά δέντρα, συνήθως σε «άγρια σημεία» για τη φωλεοποίηση. Αυτές οι δυσπρόσιτες δεντροσυστάδες έχουν μειωθεί σε πολλά μέρη λόγω εκτεταμένων ανθρωπογενων πυρκαγιών και την επέκταση του οδικού δικτύου στα ορεινά και παράκτια. Δεν γνωρίζουμε τις ακριβείς επιπτώσεις απο εκτεταμένες πυρκαγιές στην νότια Ελλάδα, αλλά είναι πολύ πιθανό η πυρκαγιές-εξάλειψη δεδροσυστάδων να δυσχαιρένουν την φωλεοποίηση σε κανονικές πυκνοτητες σε τοπια της νότιας Ελλάδας ή και στον νησιοτικό χώρο.
Γ) Μείωση τροφής. Ο φιδαετός συχνά αναζητά τροφή (π.χ. νερόφιδα/λιμνόφιδα και άλλα ερπετά) τους θερμούς μήνες σε υγρότοπους, συχνά σε μικρούς υγρότοπους. Τα τελευταία 20 χρόνια οι μικροί υγρότοποι έχουν μειωθεί/υποβαθμισθεί πολύ. Σε ορισμένα παράκτια τοπία, η ερπετοπανίδα συνολικά έχει μειωθεί λόγω της επέκτασης της δόμησης, της τουριστικοποίησης, της εκτεταμένης οδοποιίας ή και της εντατικοποίησης ή και αλλαγής των καλλιεργιών (π.χ. αυτό είναι πολύ αισθητό στην Αττική-Βοιωτία-Εύβοια και σε άλλες περιαστικές περιοχές, αλλά και σε πεδινές περιοχές με πολλά θερμοκήπια στην Πελοπόννησο, Κρήτη, Ρόδο). Σε πολλά μέρη οι αλλαγές στα αγροτικά τοπία έγιναν τα τελευταία 15 χρόνια – π.χ. στο Θερμαϊκό, σε μεγάλους κάμπους, γύρω απο τις πόλεις, σε παράκτιες και πεδινές περιοχές της νότιας Ελλάδας.
Δ) Ανεμογεννήτριες και καλόδια μεταφοράς ρεύματος. Η διεθνή βιβλιογραφία επιβεβαίωνει οτι το είδος είναι ιδίαίτερα ευάλωτο σε προσκρούσεις με καλώδια (Rocamora 1994) και υπάρχουν και αναφορές στην ισπανία για προσκρούσεις με τους έλικες αννεμογεννητριών. Επειδή κυνηγά γυροπετώντας στα χαμηλα ή μεσαία ύψη πάνω απο ανοιχτό έδαφος συχνά σε ανεμώδεις λοφογραμμές, το είδος ειναι ευάλωτο και σε ανεμογεννήτριες (προσκρούσεις, ενόχληση, ηλεκτροπληξία). Σε προσωπικές παρατηρήσεις είδαμε το είδος να περνά πολύ κοντά από έλικες ανεμογεννητριών σε λόφους στην κεντρική και νότια Εύβοια (Δύστος 1997, Όχη 2006). Τώρα που αυξάνονται αυτά τα έργα στην παράκτια κυρίως Ελλάδα, άλλα και σε μεγάλα υψόμετρα στην ηπειρωτική Ελλάδα, η πιθανότητα για προσκρούσεις με έλικες αυξάνεται. Βέβαια, βασικό συνοδευτικό έργο των ΑΣΠΗΕ είναι τα καλώδια μεταφοράς ρεύματος που επίσης αυξάνωνται σε όλη την Ελλάδα, πολύ συχνά με κακές χωροταξικές πρακτικές.
Ε). Λαθροθυρία. Παλιότερα το είδος ήταν συνηθής στόχος λαθροθύρων και ταριχευσης. Η ταρίχευση έστω έχει μειωθεί, αλλά ένα αριθμός αετών ακόμη τουφεκίζεται απο λαθροθήρες (ΕΚΠΑΖ αδημοσίευτα στοιχεία). Δεν γνωρίζουμε άν το είδος καταδιόκεται στην περιοχή διαχείμανσης.
----------
---------
Bakaloudis D., Vlachos C., Holloway G., 2000. Nest features and nest-tree characteristics of the Short-toed Eagles (Circaetus gallicus) in Dadia - Lefkimmi - Soufli forest complex, northeastern Greece. Journal of Raptor Research 34: 293-298.
Bakaloudis D., Vlachos C., Papageorgiou N., Holloway G., 2001. Nest site habitat selected by Short-toed eagles Circaetus gallicus in Dadia Forest (Northeastern Greece). Ibis 143: 391-401.
Bakaloudis D., Vlachos C., Holloway G., 2005. Nest spacing and breeding performance in Short-toed Eagle Circaetus gallicus in northeast Greece. Bird Study 52: 330-338.
Bauer, W., O.V. Halversen, Hodge, M., and J. Martens. (1969). Catelogus Fauna Graeciae. Pars II – Aves. Thessaloniki, 205 pp.
BirdLife International (2008) Species factsheet: Circaetus gallicus. Downloaded from http://www.birdlife.org on 3/10/2008
Bonetti, Α. και Παπακωνσταντίνου, Κ. (2000). Τα Πουλιά στη λιμνοθάλασσα Γιάλοβα και τη γύρω προστατευόμενη περιοχή, στο «Τα πουλιά στο Διβάρι της Μεσσηνίας: Αναφορά στην Ορνιθοπανίδα της Σημαντικής για τα Πουλιά Περιοχής Λιμνοθάλασσα Γιάλοβα και Νήσος Σφακτηρία», επιμέλεια: Ν. Καρδακάρη. Ελληνική Ονριθολογική Εταιρεία, Αθήνα.
Bourdakis, S. and Vareltzidou, S. (2001) Greece. In: Heath, M.F., & Evans, M.I. (eds), Important Bird Areas in Europe – Priority sites for conservation. Vol 2: 261-333. (BirdLife Conservation Series, No. 8).
Hallmann B., 1989. Status and distribution of the Aquila in Greece. Biologia Gallo-hellenica 15: 171-176.
Καρδακάρη, Ν., Π. Λατσούδης, Γ. Ρήγας, και Κ. Παπακωνσταντίνου. 2006. Τα πουλιά της Περιοχής Υγροτόπων Στροφιλιάς- Κοτυχίου. ΟΙΚΟΣ ΕΠΕ, Τ.Ε.Δ.Κ. Αχαϊας.
McEvoy,J. 2007.The Breeding Raptor Community of the Mt. Ochi Region, Island of Evia, Greece: Patterns of Distribution and Habitat Use. M.Sc.in Ecology Thesis. University of Wales.
Ποιραζίδης, Κ. 2003. Επιλογή βιοτόπων αναπαραγωγής από ηµερόβια αρπακτικά πουλιά που συνυπάρχουν στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίµης – Σουφλίου. Διδακτορική Διατριβή, ΑΠΘ.
Rocamora, G. (1994). The Short-toed Eagle Circaetus gallicus. In: Tucker, G.M. & Heath, M.F. (eds). Birds in Europe: Their Conservation Status, pp 160-161. Cambridge, U.K.: BirdLife International (BirdLife Conservation Series no.3).
Reiser, O. (1905). Ornis Balcanica. III. Griechenlnad und die griechischen inseln. Wien.
Zogaris, S. (2001). Wetland Birds at Amvrakikos (Greece): Habitat Use Assessment For Monitoring Threatened Species. MSc. Ecology Dissertation. School of Biological Sciences, University of Wales, Bangor. 86 p.
Χανδρινός Γ. και Δημητρόπουλος A ., 1982. Αρπακτικά πουλιά της Ελλάδας . Εκδ. Π. Ευσταθιάδης & Υιοί, 199 σελ.
Χανδρινός Γ., 1992. Πουλιά . Στο: Το Κόκκινο Βιβλίο των απειλούμενων σπονδυλόζωων της Ελλάδας, Ελληνική Ζωολογική Εταιρεία, Ελληνική O ρνιθολογική Εταιρεία, σελ. 125-243.
1. Δάση
1.1. Εύκρατα Δάση
1.1.1. Θερμόβια Κωνοφόρα (χαλέπιος, τραχεία, κυπαρίσσια, άρκευθοι κλπ) = 1
1.1.2 Φυλλοβόλα Πλατύφυλλα = 1
1.1.2.1. Ξηρόφιλλα φυλλοβόλα (Quercion confertae) = 1
1.1.2.2. Ostryo-Carpinion = 2
1.1.3. Ψυχρόβια Κωνοφόρα (ελάτη, μαύρη πεύκη κλπ) = 1
1.1.4. Παραποτάμια δάση = 2
2. Θαμνώνες
2.1. Φρύγανα = 1
2.2. Αείφυλλα – Πλατύφυλλα = 1
2.3. Αείφυλλα – Σκληρόφυλλα (Πρινώνες) = 1
3. Λιβάδια
3.1 Εύκρατα λιβάδια = 1
3.1.1. Χορτολίβαδα = 1
3.1.2. Υπαλπικά και αλπικά λιβάδια = 1
3.1.3. Φυσικά ξέφωτα = 1
3.1.4. Αλατούχες και γυψούχες στέπες = 9
3.1.5. Χέρσα εδάφη = 2
4. Υγρότοποι (εσωτερικοί)
4.1. Ποτάμια/Ρυάκια μόνιμης ροής [περιλαμβάνονται οι καταρράκτες] = 2
4.2. Ποτάμια/Ρυάκια παροδικής ροής = 2
4.3. Υγρότοποι με θαμνώδη βλάστηση = 2
4.4. Τυρφώνες, Έλη, Βάλτοι, κλπ = 1
4.5. Λίμνες γλυκού νερού [άνω των 80 στρεμμάτων] = 1
4.6. Εποχιακές/περιοδικές λίμνες [άνω των 80 στρεμμάτων] = 2
4.7. Μόνιμα τέλματα και λιμνούλες (pools) με γλυκό νερό [κάτω των 80 στρεμμάτων] = 2
4.8. Εποχιακά/περιοδικά τέλματα και λιμνούλες (pools) με γλυκό νερό, υγρά λιβάδια [κάτω των 80 στρεμμάτων] = 2
4.9. Πηγές = 2
4.11. Αλπικοί υγρότοποι [περιλαμβάνει αλπικά λιβάδια και εποχιακές συγκεντρώσεις από λιώσιμο χιονιού] = 2
4.13. Μόνιμα εσωτερικά δελταϊκά συστήματα = 1
4.14. Μόνιμες αλμυρές, υφάλμυρες ή αλκαλικές λίμνες = 9
4.15. Εποχιακές/περιοδικές αλμυρές, υφάλμυρες ή αλκαλικές λίμνες και πεδία = 9
4.16. Μόνιμα αλμυρά, υφάλμυρα ή αλκαλικά έλη και λιμνούλες (ponds) = 9
4.17. Εποχιακά/περιοδικά υφάλμυρα ή αλκαλικά έλη και λιμνούλες (pools) = 9
5. Βραχώδεις περιοχές [περιλαμβάνονται γκρεμοί, κορυφές βουνών, σάρες] = 1
8. Ακτές
8.1. Βραχώδεις ακτές [περιλαμβάνονται βραχονησίδες και θαλάσσιοι γκρεμοί] = 2
8.3. Εκβολές ποταμών = 2
8.4. Περιοδικά κατακλυζόμενες ιλυώδεις και αμμώδεις περιοχές και αλίπεδα χωρίς βλάστηση = 9
8.5. Περιοδικά κατακλυζόμενα έλη [περιλαμβάνει αλμυρόβαλτους] = 2
8.6. Παράκτιες υφάλμυρες/αλμυρές λιμνοθάλασσες με τουλάχιστον μια ένωση με τη θάλασσα = 2
8.7. Παράκτιες λιμνοθάλασσες γλυκού νερού και λιμνοθάλασσες γλυκού νερού σε δέλτα = 2
9. Τεχνητά – Χερσαία
9.1. Καλλιέργειες (δημητριακά, ορυζώνες, κλπ) = 2
9.2. Βοσκότοποι που διαχειρίζονται, φυτεύονται ή λιπαίνονται = 2
9.3. Φυτείες = 9
10. Τεχνητά - υδρόβια
10.1. Ταμιευτήρες νερού (άνω των 80 στρεμμάτων) = 9
10.2. Δεξαμενές αλλά και λιμνούλες για πότισμα ζώων (κάτω των 80 στρεμμάτων) = 9
10.3. Δεξαμενές Υδατοκαλλιέργειας = 9
10.7. Αρδευόμενες εκτάσεις [περιλαμβάνει αρδευτικά κανάλια και ορυζώνες] = 2
10.8. Εποχιακά πλημμυριζόμενες αγροτικές γαίες = 9
10.9. Εγκιβωτισμοί και Αποστραγγιστικά κανάλια, τάφροι = 9