Lanius minor
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΒΙΒΛΙΟ
-------------
Το είδος αναπαράγεται (εν μέρει αποδημητικό) στη νοτιοανατολική Ευρώπη, νοτιοδυτική ως κεντρική Ασία και βόρεια Αφρική (Ferguson-Lees & Christie 2001). Στην Ελλάδα αναπαράγεται (εν μέρει σε όλες τις ζωογεωγραφικές περιφέρειες (Χανδρινός, Handrinos & Akriotis 1997).
Το είδος αναπαράγεται (αποδημητικό) στις Ευρωπαϊκές μεσογειακές χώρες και την νοτιανατολική Ευρώπη (Lanius minor minor) και εξαπλώνεται ανατολικότερα από τα Ουράλια (Lanius minor turanicus) μέχρι το Ιράν και την κεντρική Ασία έως την ΝΔ Κίνα στο 85ο Μ. (Lefranc & Worfolk, 1997, Harris & Franklin 2000 ). Στην Ελλάδα αναπαράγεται (αποδημητικό) σε διάσπαρτους ασυνεχείς πληθυσμούς σε Θράκη-Κ. & Α. Μακεδονία, Δ. Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία, Ιόνια, Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησος και Β.-Α. Αιγαίο, ενώ δεν φωλιάζει πια σε Δωδεκάνησα και Κυκλάδες (Handrinos & Akriotis, 1997). Στην μετανάστευση πολύ πιο διαδεδομένο, κυρίως αργά το καλοκαίρι και το φθινόπωρο, ιδιαίτερα στο Αιγαίο από όπου διέρχεται μεγάλο ποσοστό του Ευρωπαϊκού πληθυσμού που ξεχειμωνιάζει στην Νότια Αφρική.
Ο πληθυσμός του είδους είναι μικρός, διάσπαρτος και κατακερματισμένος (κανένας υποπληθυσμός δεν υπολογίζεται να έχει πάνω από 1000 ώριμα άτομα, κριτήριο C2 , εκτιμάται σε 2000-3000 ζευγάρια (BirdLife International, 2004, παρουσιάζοντας όμως πιθανότητα υποεκτίμησης. Η εκτιμώμενη μείωση 0-19% (Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία αδημ.), αντιπροσωπεύει κυρίως πληθυσμούς από τις μεγάλες πεδινές περιοχές της χώρας (κοιλάδα Αξιού) όπου το είδος ήταν αρκετά κοινότερο στο κοντινό παρελθόν, παρόλα αυτά κάποιοι πληθυσμοί δείχνουν να παραμένουν σταθεροί (Δυτ. Μακεδονία).
Περιφερειακά κριτήρια; Το είδος περιβάλλεται από μεγάλους πληθυσμούς ων γειτονικών χωρών που θα μπορούσαν ενδεχομένως να αναπληρώσουν τη μείωση, επομένως η κατηγορία υποβιβάζεται σε Σχεδόν Απειλούμενα. Άλλωστε λείπει και ένα συμπληρωματικό κριτήριο στο C2.
Στο προηγούμενο Κόκκινο Βιβλίο είχε χαρακτηρισθεί ως Κινδυνεύον (Karandeinos and Legakis 1992).
-------------
Το είδος είναι διαδεδομένο στην ανατολική και βόρεια Ελλάδα (ανατολική Μακεδονία, Θράκη και Θεσσαλία, και κυρίως στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου), ενώ είναι σπάνιο στη δυτική Ελλάδα, Πελοπόννησο και Κρήτη.
Το είδος έχει διάσπαρτους και ασυνεχείς πληθυσμούς σε Θράκη-Κ. & Α. Μακεδονία, Δ. Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία, ενώ έχει εντοπιστεί και στα Ιόνια νησιά (Κέρκυρα), την Στερεά Ελλάδα (Λαμία), βόρεια Πελοπόννησο και σε κάποια νησιά του Βόρειου Αιγαίου (Handrinos, & Akriotis, 1997). Αρκετά κοινότερο στην φθινοπωρινή μετανάστευση σε όλη την χώρα, παρουσιάζεται συχνότερα στις Κυκλάδες και την Κρήτη. Παλαιότερα που ήταν κοινότερο στις βορειότερες χώρες αποτελούσε το πέμπτο κοινότερο είδος τροφής (το 6% του συνολικού αριθμού) των υπολειμμάτων τροφής του Μαυροπετρίτη (Walter, 1968).
Ο αναπαραγωγικός πληθυσμός του είδους εκτιμάται ότι είναι της τάξης των 2000-3000 ζευγαριών αν και δεν έχει γίνει συστηματική απογραφή του πληθυσμού του είδους. Παρουσιάζει αραιή και ασυνεχή κατανομή και σχετικά μεγάλο βαθμό κατακερματισμού. Είναι πάντως κατά τόπους άφθονο ή κοινό (π.χ. περιοχή δυτικού Άσκιου, με πυκνότητα ένα ζευγάρι ανά 3-4 χιλιόμετρα), αλλά παρουσιάζει κατά τόπους μείωση (Ήπειρος, Γρεβενά). Πάντως μεγάλο μέρος του πληθυσμού του στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη πρέπει μάλλον να θεωρείται σταθερό.ΠΡΟΣΟΧΗ ! Παραπάνω λέει για Δυτική Μακεδονία.
Το είδος απαντά στην Ελλάδα σε ανοιχτές ξηρές επίπεδες καμπίσιες περιοχές, σε πεδιάδες, κοιλάδες αλλά και σε ημιορεινές περιοχές, συχνά σε οροπέδια κάτω από το 1000 μέτρα υψόμετρο. Συναντάται σε φυσικά στεπόμορφα λιβάδια και βοσκότοπους (9.2.) με μεμονωμένα δέντρα και θάμνους, σε χέρσα εδάφη (3.1.5.), χορτολίβαδα, (3.1.1.) καθώς και σε καλλιέργειες (9.1.) που εναλλάσσονται με βοσκότοπους, κυρίως σε χωράφια που δεν ασκείται εντατική γεωργία και κυριαρχούν τα σιτηρά και οι αμειψισπορές ενώ διατηρούνται διάσπαρτα μεμονωμένα μεγάλα δέντρα ή υψηλοί θάμνοι απολύτως απαραίτητα για φώλιασμα και για την επόπτευση της λείας. Οι βιότοπος αναπαραγωγική φαίνεται να είναι κατακερματισμένος, παρουσιάζεται πλέον στην περιφέρεια των εντατικά καλλιεργούμενων κάμπων της χώρας και στις οριακά παραγωγικές ημιορεινές εκτάσεις με βοσκότοπους που εναλλάσσονται με σιτηρά. Τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με έντομα, κυρίως ακρίδες και γρύλλους (Orthoptera), σκαθάρια (Coleoptera), μπάμπουρες και σφήκες (Hymenoptera) καθώς και τζιτζίκια (Hemiptera) πεταλούδες (Lepidoptera) και λιγότερο με εφήμερα (Ephimeroptera), ψαλίδες (Dermaptera) και μύγες (Diptera). Δεν έχει γίνει τροφική ανάλυση των συνηθειών του στην χώρα για πιθανή ύπαρξη διαφορών με ποιο βόρειες χώρες.
Πιστεύεται ότι η λαθροθηρία δεν αποτελεί πλέον σοβαρή απειλή όπως παλαιότερα για το είδος στην περιοχές που αναπαράγεται αν και είναι άγνωστο το καθεστώς στις περιοχές αποδημίας. Θα πρέπει να θεωρείται ιδιαίτερα ευάλωτο στην ανοιξιάτικη μετανάστευση. Στους χώρους αναπαραγωγής κύρια απειλή είναι η δραστική αλλαγή του αγροτικού τοπίου όπου συντελείτε, κυρίως με αναδασμούς και αναδιανομή της γης, με την δημιουργία μεγάλων κληροτεμαχείων, την απομάκρυνση των φυτοφραχτών, την αλλαγή των καλλιεργειών από εκτατικής μορφής σιτηρών και ψυχανθών σε εντατικές ποτιστικές, την εγκατάλειψη της αμειψισποράς και τέλος την καταστροφή των φυσικών βοσκοτόπων με την μετατροπή τους σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις, ιδιαίτερα στην περιφέρεια εσωτερικών υγροτόπων, στις κοιλάδες των ποταμών και στις παρυφές υδροχαρών παρόχθιων δασών. Ακόμη στις απειλές περιλαμβάνονται η ξήρανση και η απομάκρυνση μεγάλων μεμονωμένων ώριμων δέντρων που ευδοκιμούν σε πεδινές ή ημιορεινές εκτάσεις, καθώς και έμμεσα η εντατική και αλόγιστη χρήση των γεωργικών φαρμάκων με την μείωση της διαθεσιμότητας της τροφής του. Ακόμη απειλείται από την αλλαγή χρήσης της γης των γεωργικών εκτάσεων, όπως την εγκατάλειψη της βόσκησης με αποτέλεσμα την αύξηση του ύψους του χόρτου και την εισβολή των θάμνων. Επιπλέον η εκτός σχεδίου δόμηση και η ραγδαία αστικοποίηση στην περιφέρεια των τουριστικών περιοχών καταστρέφει ολοκληρωτικά το βιότοπό του. Ακόμη εν δυνάμει απειλή πρέπει να θεωρείται και η αύξηση των Κορακοειδών από την ανεξέλεγκτη απόθεση σκουπιδιών, που θηρεύουν αυγά και νεοσσούς (Tucker & Heath, 1994). Τέλος η αλλαγή του κλίματος πιστεύεται ότι μία από τις κυριότερες απειλές στην βορειοδυτική και κεντρική Ευρώπη με τα ποιο υγρά καλοκαίρια, αν και στην Ανατολική Ευρώπη η μείωση του πληθυσμού συντελείται παρόλο που τα καλοκαίρια είναι ξηρότερα (Tucker & Heath, 1994).
11. Άλλη
Χρήση αγροχημικών για την καταπολέμηση των εντόμων (μείωση διαθέσιμης τροφής).
Προστατεύεται σε διεθνές (Παρ. Ι της 79/409/ΕΕ, ΙΙ της Σύμβασης Βέρνης, ΙΙ της Σύμβασης Βόννης) και ελληνικό επίπεδο (απόφαση 414985/1985 ΥΠΓΑΤ) (Χανδρινός 1992, Tucker & Evans 1997).
Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του δεν βρίσκεται εντός του δικτύου Natura 2000 και SPA’s.
Ίσως (σπάνια πλέον) για ταρίχευση (Ελλάδα).
Τι ποσοστό (%) του συνολικού πληθυσμού χρησιμοποιείται = 2 %
Purpose/Type of Use - 15. Sport hunting/specimen collecting - Includes collection and preservation of dead specimens for personal pleasure, e.g. not for research; collection of live specimens should be included under pets/display animals, horticulture = National, International.
Primary forms removed from the wild - 1. Whole animal/plant - Removal of the whole individual from the wild population = 0-25%
Source of specimens in commercial trade - 1. Wild - Specimens taken from natural habitat, with no human intervention in terms of enhancing individual survival or production = 100%
Τάσεις στη συλλογή/συγκομιδή από το φυσικό τους περιβάλλον σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό τα τελευταία 5 χρόνια = Μείωση
Τάση στο ποσό συλλογής/συγκομιδής που προκαλείται λόγω εξημέρωσης και καλλιέργειας τα τελευταία 5 χρόνια = Άγνωστη
Χανδρινός, Γ. 1992. Το Κόκκινο Βιβλίο των απειλουμένων σπονδυλοζώων της Ελλάδας. Ελληνική Ζωολογική Εταιρεία, Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία.
Handrinos, G. & Akriotis, T. 1997. The Birds of Greece. Helm.
Tucker, G.M. & Evans, M.I. 1997. Habitats for Birds in Europe. BirdLife Conservation Series No. 6. BirdLife International.
Lefranc, N and Worfolk, T. (1997). Shrikes. A guide to the Shrikes of the World. Yale University Press. New Haven and London.
Harris, T. and Franklin, K. (2000). Shrikes and Bush-Shrikes. Christopher Helm, A & C Black. London.
BirdLife International (2004). Birds in Europe: population estimates, trends and conservation status. Cambridge, UK: BirdLife International. (BirdLife Conservation Series No. 12).
Walter, H. (1968). Zur Abhängigkeit des Eleonorenfalken (Falco eleonorae) vom meditterranen Vogelzug. Journal für Ornithologie.109:323-340.
Tucker, G. M. and Heath, M. F. (1994). Birds in Europe: their conservation status. Cambridge, United Kingdom: BirdLife International. (BirdLife Conservation Series no.3).
Karandeinos, M. and Legakis, A. (eds). 1992. The Red Data Book of Threatened Vertebrates of Greece. WWF Greece, Athens.
3. Λιβάδια
3.1 Εύκρατα λιβάδια
3.1.1. Χορτολίβαδα = 2
3.1.4. Αλατούχες και γυψούχες στέπες = 1
3.1.5. Χέρσα εδάφη = 2
9. Τεχνητά – Χερσαία
9.1. Καλλιέργειες (δημητριακά, ορυζώνες, κλπ) = 2
9.2. Βοσκότοποι που διαχειρίζονται, φυτεύονται ή λιπαίνονται = 1