Columba oenas
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΒΙΒΛΙΟ
-----------
Παλαιαρκτικό είδος, αλλά η κύρια κατανομή του εντός της Δυτ. Παλαιαρκτικής. Ο κύριος όγκος του πληθυσμού του αναπαράγεται στην Κεντρική Ευρώπη, με κατακερματισμένη κατανομή στην Ιταλία, καθώς και στην Β.Δ. Αφρική ( Μαρόκο).
Στην Ελλάδα, επιδημητικό κατά μήκος των βορείων συνόρων ( Ροδόπη, Μπέλες, Βόρεια Πίνδος κ.α.). Εχει ευρύτερη κατανομή τον χειμώνα οπότε απαντάται και σε νοτιότερες περιοχές (Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα κ.α.), πολύ σπάνια δε σε ορισμένα μεγάλα νησιά ( Κρήτη κ.α.), όπου πιθανόν να είναι απλώς περαστικό.
Εχει μικρό αναπαραγόμενο πληθυσμό και διάσπαρτη, κατακερματισμένη κατανομή. Τον χειμώνα διατηρεί επίσης μικρό πληθυσμό, ιδιαίτερα σε σχέση με την Φάσσα Columba palumbus, και σχετικά περιορισμένη κατανομή. Είδος για το οποίο γνωρίζουμε ελάχιστα, φαίνεται πώς είναι ευάλωτο στις ισχύουσες δασοκομικές πρακτικές, ενώ δεν υπάρχουν καθόλου στατιστικά δεδομένα για την κάρπωση του από το κυνήγι. Tέλος, αν και στην Ευρώπη χαρακτηρίζεται «ασφαλές», καταγράφεται μείωση των πληθυσμών του στην Ν.Α Ευρώπη (BirdLife International, 2004). Στο προηγούμενο Κόκκινο Βιβλίο είχε χαρακτηριστεί ως «Σπάνιο» (Χανδρινός, 1992).
----------
Φωλιάζει τοπικά σε ορεινά δάση κατά μήκος των βορείων συνόρων ( Βόρεια Πίνδος, Μακεδονία και Θράκη).
Τον χειμώνα, έχει ευρύτερη κατανομή φτάνοντας, ιδιαιτέρως σε περιπτώσεις βαρυχειμωνιάς, νότια μέχρι την Στερεά Ελλάδα, πολύ σπανιότερα δε νοτιότερα . Ακόμη και τον χειμώνα όμως η κατανομή του είναι κατακερματισμένη και αραιή. Ορισμένες καταγραφές του είδους π.χ. στην Κρήτη ή σε άλλα νησιά, υποδεικνύουν κάποιας μορφής μεταναστευτικές κινήσεις.
Ο αναπαραγόμενος στην Ελλάδα πληθυσμός είναι άγνωστος, αλλά εκτιμάται σε 1000-1500 ζευγ. ( BirdLife International, 2004). Δεν υπάρχουν καθόλου δεδομένα για το μέγεθος του διαχειμάζοντος πληθυσμού, ούτε και στατιστικά δεδομένα για την κάρπωση του από το κυνήγι.
Παραμένει ένα από τα λιγότερο γνωστά είδη της Ελληνικής ορνιθοπανίδας. Δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτε για την αναπαραγωγική του βιολογία κ.α, Φαίνεται πώς φωλιάζει σε ώριμα δάση Οξυάς Fagus sylvatica ή σε μικτά φυλλοβόλα, σε υψόμετρο συνήθως από 500 μέχρι 1500μ. ή και υψηλότερα. Τον χειμώνα απαντάται σε μικρά ή μεσαίου μεγέθους κοπάδια, συχνά μαζί με Φάσσες, συχνάζει δε σε ημιπεδινές-πεδινές περιοχές, συνήθως σε λευκοκαλλιέργειες ή σε υδροχαρή δάση σε μεγάλους υγροτόπους που γειτνιάζουν με καλλιέργειες (Handrinos & Akriotis, 1997).
Kατά την αναπαραγωγική περίοδο ίσως αντιμετωπίζει προβλήματα από τις ισχύουσες δασοκομικές πρακτικές (αποψιλωτικές υλοτομίες, αναδασώσεις, απομάκρυνση γέρικων δέντρων κ.α.). Θηραματικό είδος, αλλά λόγω της παντελούς έλλειψης στατιστικών δεδομένων για την κάρπωση του από το κυνήγι, δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις του στους διαχειμάζοντες πληθυσμούς. Πιθανόν να υφίσταται και λαθροθηρία.
Οδηγία 79/409, Παραρτ. ΙΙ / 2
Σύμβαση Βέρνης, Παραρτ. ΙΙΙ
Μέρος του Ελληνικού πληθυσμού ( αναπαραγωγή και διαχείμαση) απαντάται σε περιοχές του δικτύου ΖΕΠ/ Natura 2000.
Θηραματικό είδος.
1. Δάση
1.1. Εύκρατα Δάση
1.1.2 Φυλλοβόλα Πλατύφυλλα = 1
1.1.2.1. Ξηρόφιλλα φυλλοβόλα (Quercion confertae) = 1
1.1.2.2. Ostryo-Carpinion = 1
1.1.3. Ψυχρόβια Κωνοφόρα (ελάτη, μαύρη πεύκη κλπ) = 1
1.1.4. Παραποτάμια δάση = 1
3. Λιβάδια
3.1.3. Φυσικά ξέφωτα = 1
9. Τεχνητά – Χερσαία
9.1. Καλλιέργειες (δημητριακά, ορυζώνες, κλπ) = 1
9.3. Φυτείες = 1